Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΣΟΛΙΑΣ
Η ΣΟΛΙΑ ΠΡΟ ΧΡΙΣΤΟΥ Από τα δεδομένα που αναφέραμε μέχρι τώρα μπορούμε να πούμε πως ο Κλάριος και η Φουκάσα ήταν η αιτία της δημιουργίας της Σολιάς. Αναφέραμε πως η Κύπρος λόγω του ότι ήταν κατάφυτη από δάση κατοικήθηκε πρώτα στα παράλια. Με την πάροδο του χρόνου οι κάτοικοι προωθούνταν στο εσωτερικό του νησιού εκχερσώνοντας και καλλιεργώντας όλο και πιο πολλές εκτάσεις. Άρα όσο πιο κοντά στη θάλασσα είμαστε τόσο πιο αρχαίους οικισμούς βρίσκουμε. Το νερό του Κλάριου και η εύφορη κοιλάδα του σίγουρα θα έλκυσαν τους αρχαίους Κύπριους να κατοικήσουν σ’ αυτή αρχικά στα παράλια και σιγά-σιγά όλο και πιο βαθειά. Το πιο ξακουστό μέρος της Σολιάς, η Φουκάσα, ονομαζόταν τότε «Βούκασα» (όπως την αναφέρει ο Όμηρος) που σημαίνει πως είχε πολλά βόδια, που έβοσκαν στα λιβάδια της κοιλάδας του Κλάριου. Άρα η γεωργία και η κτηνοτροφία προηγήθηκε της εκμετάλλευσης του χαλκού.
Κατύδατα, Φουκάσα - Η κοιτίδα της Σολιάς
Η εκμετάλλευση της Φουκάσας φαίνεται πως άρχισε από το 3000π.Χ. άρα οι άνθρωποι έφτασαν στην περιοχή της πριν από αυτή την εποχή. Οι λιγοστές ανασκαφές που έγιναν στη γύρω περιοχή σωστά δείχνουν πως τα Κατύδατα, η Λινού-Φλάσου και ο Ατσάς φιλοξένησαν τους πιο αρχαίους οικισμούς της περιοχής. Η περιοχή πρέπει να γνώρισε πληθυσμιακή ακμή μετά το 1200π.Χ. όταν οι Έλληνες ίδρυσαν τους Σόλους και επιδόθηκαν μεθοδικά στην εκμετάλλευση του χαλκού της Φουκάσας. Ιστορικά μετά τη «Βούκασα» το ως τώρα αρχαιότερο όνομα της περιοχής είναι η Φλάσου, σύμφωνα με επιγραφή που αναφέρει «..Νώνων επίτροπον μετάλλων χαλκού κατά τας κώμας Λασ… και Φλάσου..». Αξίζει όμως να αναφερθεί πως και το όνομα της κοινότητας Λινού, σύμφωνα με μια εκδοχή σχετίζεται προς την λατρεία, κατά την αρχαιότητα, του Λίνου, γιου του Απόλλωνα και της Ψαμάθης. Να μη ξεχνούμε τέλος πως το όνομα του ποταμού Κλάριου πιθανότατα οφείλεται στον Κλάριο Απόλλωνα, θεό των αρχαίων Ελλήνων.
Οι κάτοικοι αργότερα φαίνεται να προωθήθηκαν προς την Τεμπριά (πιθανώς η αρχαία Τέμβρος) και ακόμη πιο πάνω μέχρι την Κακοπετριά όπου και ανακαλύφθηκε αρχαίο ιερό του 500π.Χ. Η προώθηση προς τα βουνά οφείλεται όχι μόνο στην εύφορη κοιλάδα του Κλάριου αλλά και στο ότι τα παράλια του νησιού υπέφεραν από το 650-350π.Χ. από τις Περσικές επιδρομές. Οι πλούσιοι Σόλοι δεν απετέλεσαν ασφαλώς εξαίρεση. Έτσι οι κάτοικοι των παραλιακών περιοχών κατέφευγαν στα βουνά για προφύλαξη.
Σε υποστήριξη των πιο πάνω αξίζει να αναφερθεί πως το 1938μ.Χ. πάνω από την Παλιά Κακοπετριά στην τοποθεσία «Αγελάδες» έγιναν ανασκαφές από το Κυπριακό Μουσείο που απεκάλυψαν αποθέτη ιερού του 500π.Χ περίπου. Ανακαλύφθησαν επίσης ασβεστολιθικά και πήλινα αγαλματάκια που τα πλείστα απεικονίζουν την Αθηνά και μερικά τον Ηρακλή, που ασφαλώς λατρεύονταν στην περιοχή Η Αθηνά εικονίζεται με πολεμική εξάρτηση. Σε ένα μάλιστα αγαλματάκι οδηγά τέθριππο. Η λατρεία της ένοπλης Αθηνάς και του θεού της δύναμης, του Ηρακλή, μαρτυρεί πως βρισκόμαστε σε εποχή αγώνων. Είναι η εποχή που η Κύπρος βρίσκεται σε αντιπαλότητα με τους Πέρσες. Η πίεση μάλιστα που άσκησαν στους Σόλους φαίνεται πως οδήγησε κάποιους κατοίκους στα ενδότερα του νησιού, όπου ζούσαν πιο ελεύθερα Από τους θησαυρούς της αρχαίας Κακοπετριάς
Κατά την Ελληνιστική και Ρωμαϊκή περίοδο εξελληνισμένοι Εβραίοι εγκαθίστανται στην Κύπρο. Το 12 π.Χ ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Οκταβιανός Αύγουστος παραχώρησε στο βασιλιά Ηρώδη τον Μέγα την εκμετάλλευση κάποιων μεταλλείων χαλκού της Κύπρου ως επιβράβευση της φιλορωμαϊκής πολιτικής του. Δυο από τα μεταλλεία αυτά ήταν εκείνο της Φουκάσας και (πιθανώς) εκείνο της Ταμασού. Σ’αυτά ασφαλώς θα εργάζονταν πολλοί Εβραίοι τόσο στο διοικητικό όσο και στο εργατικό προσωπικό.
Η ΣΟΛΙΑ ΤΗΝ ΠΡΩΤΗ ΧΙΛΙΕΤΗΡΙΔΑ Μ.Χ. Η Σολιά στα Ρωμαϊκά χρόνια πρέπει να είχε εποικιστεί παντού γιατί μέχρι και τα Σπήλια ανακαλύφθηκαν ρωμαϊκοί τάφοι. Σημαντική πόλη της Σολιάς, από την εποχή του Χριστού μέχρι και το 1100 μ.Χ. περίπου φαίνεται να είναι η Λαμπαδού (ή Λαμπαδίς ή Λαμπαδιστός) που, πιθανόν, βρισκόταν στα σημερινά ανατολικά όρια Γαλάτας και Κακοπετριάς. Την πόλη αυτή επισκέφτηκαν οι Απόστολοι Βαρνάβας και Μάρκος όπου και γνωρίστηκαν με τον κατοπινό άγιο Ηρακλείδιο. Από εδώ καταγόταν ο Απόστολος Τίμων και ο Άγιος Ιωάννης ο Λαμπαδιστής που έζησε τον εντέκατο αιώνα μ.Χ. Σ’αυτή πιθανώς αναφέρεται και η επιγραφή «..Νώνων επίτροπον μετάλλων χαλκού κατά τας κώμας Λασ… και Φλάσου..¨
Το σημαντικό είναι πως η Σολιά δέχεται ανάμεσα στις πρώτες περιοχές της Κύπρου (και του κόσμου ολόκληρου) τον Χριστιανισμό και αναδεικνύει μεγάλους αγίους.: (Ηρακλείδιος, Τίμων, Ιωάννης ο Λαμπαδιστής, Κυριακός της Ευρύχου, Θεοφάνης επίσκοπος Σολίας). Η επίσκεψη των Αποστόλων στη Σολιά πρέπει να οφείλεται στο ότι η Φουκάσα βρισκόταν (πιθανότατα) υπό την εκμετάλλευση Εβραίων και θα υπήρχε στην περιοχή ικανός αριθμός ατόμων εβραϊκής καταγωγής.
Άγιος Ιωάννης ο Λαμπαδιστής
Ανάμεσα έβδομου και δέκατου αιώνα, οι Σόλοι εγκαταλείπονται, λόγω των αραβικών επιδρομών και κτίζεται η πόλη Σολία, κοντά στον Άγιο Νικόλαο Σολέας. Εδώ μετακομίζει και ο Επίσκοπος Σόλων που λέγεται πια Επίσκοπος Σολίας. Από τη Σολία ονομάζεται όλη η κοιλάδα Σολιά!
Οι αραβικές επιδρομές φαίνεται να ώθησαν πολλούς κατοίκους των παραλίων των Σόλων να εγκατασταθούν στη Σολιά και να δημιουργήσουν νέα χωριά. Οι επιδρομές αυτές πιθανώς να συνέτειναν στην υποτονική λειτουργία της Φουκάσας και τη στροφή των κατοίκων στη γεωργία. Τα κύρια προϊόντα της περιοχής φαίνεται να ήταν οι ελιές, τα σιτηρά, τα όσπρια, τα αμύγδαλα και τα καρύδια.
Δυστυχώς δεν έχουμε στοιχεία για χριστιανικούς ναούς της πρώτης χιλιετηρίδας μ.Χ. Όπως είπαμε η αρχαιολογική σκαπάνη δεν έχει δουλέψει συστηματικά στη Σολιά, ούτε έχουν μελετηθεί γραπτές μαρτυρίες. Ίσως πάλιν να μην υπήρχαν μεγάλες κοινότητες (εκτός της Λαμπαδούς και της Σολίας) που να μπορούν να ανεγείρουν ναούς. Εξ άλλου η φτώχεια και ο τρόμος από τις αραβικές επιδρομές δεν άφηναν το λαό να δημιουργήσει. Να θυμηθούμε πως την εποχή αυτή πολλοί Κύπριοι μεταφέρονται από τους Βυζαντινούς στη Νέα Ιουστινιανή της Μικράς Ασίας και άλλοι τόσοι στη Συρία από τους Άραβες. Ευτυχώς μετά από μερικά χρόνια και οι δυο ομάδες επαναφέρονται στην Κύπρο.
Η ΣΟΛΙΑ ΤΗ ΔΕΥΤΕΡΗ ΧΙΛΙΕΤΗΡΙΔΑ Μ.Χ. Τελευταία Βυζαντινή περίοδος Με το τέλος της πρώτης χιλιετηρίδας η Κύπρος επανέρχεται στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία για διακόσια χρόνια. Για τη Σολιά φαίνεται πως αρχίζει μια περίοδος συγκρότησης και ανάπτυξης που στηρίζεται στη γεωργία. Είναι τα χρόνια που στη Σολιά εκτός από τις ελιές και τα σιτηρά αρχίζει η σηροτροφία και η βαμβακοκαλλιέργεια που μελλοντικά θα γίνουν πολύ προσοδοφόρα επαγγέλματα. Το πρώτο λαμπρό κτίσμα της νέας εποχής είναι ο Άγιος Νικόλαος της Στέγης που κτίζεται τον εντέκατο αιώνα. Είναι ένα μοναστήρι πάνω από την Κακοπετριά, χωμένο κυριολεκτικά στην αγκαλιά του Τροόδους. Λαμπροί Κωνσταντινουπολίτες ζωγράφοι το διακοσμούν με εκπληκτικές αγιογραφίες. Το μοναστήρι φαίνεται να είχε πλούτο και δύναμη αν κρίνει κανείς και από τον καταπληκτικό του ναό, αλλά και από την πολλή περιουσία που είχε στην πλούσια κοιλάδα που απλωνόταν στα πόδια του. Το μοναστήρι άνθιζε δίπλα στη ξακουστή Λαμπαδού η οποία έδωσε την εποχή αυτή ένα ακόμα άγιο, τον Ιωάννη το Λαμπαδιστή. Ένας υπέροχος Ιησούς - Εκκλησία Αρχαγγέλου Γαλάτας
Λατινοκρατία Δυστυχώς η Βυζαντινή περίοδος τελειώνει σύντομα (1191μ.Χ.) και το νησί υποδουλώνεται για τετρακόσια χρόνια στους Λατίνους (Φράγκους και Ενετούς) οι οποίοι εγκαθιδρύουν το φεουδαρχικό σύστημα. Οι κάτοικοι γίνονται ακτήμονες και δούλοι στα μεγάλα φέουδα των Φράγκων. Μερικοί κάτοικοι μπορούν να έχουν λίγα κτήματα αλλά πληρώνουν βαριούς φόρους στο φεουδάρχη. Ο άρχοντας αυτός το μόνο που δεν μπορεί να κάμει είναι να σκοτώσει τους δούλους του (παροίκους). Κατά τα άλλα κυβερνά τη ζωή τους, ακόμα και στο θέμα του γάμου. Οι φεουδάρχες φαίνεται να προτιμούν οι κάτοικοι να είναι σκορπισμένοι σε μικρές κοινότητες δίπλα στα κτήματα που καλλιεργούν. Όσοι δεν αντέχουν τη δουλεία παίρνουν τα βουνά όπου και δημιουργούν μικρούς οικισμούς. Οι πιο πολλοί από αυτούς βρίσκονται στην κοιλάδα του Ατσά, μεταξύ Σπηλιων και Αγίου Θεοδώρου, όπου η κοιλάδα είναι φτωχική και δεν έλκυε τους φεουδάρχες.
Κατά τη Λατινοκρατία η Κύπρος είχε διαιρεθεί σε δώδεκα διαμερίσματα. Η Σολιά είχε περιληφθεί στο διαμέρισμα της Πεντάγυιας. Ένας από τους διοικητές ο Δημήτριος ντε Κορόν έκτισε την Παναγία Ποδίθου στη Γαλάτα. Αυτό ήταν μια ευχάριστη παρένθεση στα δεινά των Κυπρίων επί Λατινοκρατίας. Η σκληρή πραγματικότητα φαίνεται από ένα απόσπασμα πρακτικών του «Συμβουλίου των Δέκα» την ανώτατη αρχή της Ενετικής Δημοκρατίας: «Το Συμβούλιο των Δέκα εξετάζει την αίτηση των αδελφών Zuane και Zacho Muscorno για αγορά δυο χωριών, του Τραχωνίου στο διαμέρισμα Παλαικύθρου και της Κοράκου στο διαμέρισμα Πεντάγυιας. Η τιμή πώλησης ανέρχεται σε 7.285 δουκάτα, που ισοδυναμεί με το 7% της εκτιμημένης αξίας των πιο πάνω χωριών και σε άλλα 2.000 δουκάτα, τα οποία θα καταβληθούν σε βαμβάκι…». Εννοείται πως τα χωριά επωλούντο με τους κατοίκους τους μαζί! Διοικητική διαίρεση της Κύπρου επί Λατινοκτατίας
Οι νέοι αφέντες εντατικοποιούν την καλλιέργεια του βαμβακιού και ενθαρρύνουν το φύτεμα συκομουριών για εκτροφή μεταξοσκωλήκων. Ενθαρρύνουν ακόμα την αμπελοκαλλιέργεια, την οποία ευνοεί το κλίμα της Σολιάς. Η περιοχή της Ευρύχου θα αποκτήσει φήμη στο βαμβάκι και η περιοχή Κακοπετριάς στο μετάξι. Τα είδη αυτά εξάγονταν στην Ευρώπη όπου ανθούσε η βιομηχανία των υφασμάτων.
Ένα καλό που προέκυψε στη Σολιά επί Λατινοκρατίας είναι η μεταφορά της έδρας του Ορθόδοξου Αρχιεπισκόπου από τη Λευκωσία στην πόλη Σολία που, πιθανότατα, βρισκόταν στην περιοχή Αγίου Νικολάου και Λεύκας. Αυτό προσέδωσε αίγλη στην περιοχή. Πιθανώς από τότε καθιερώθηκε να ονομάζεται η κοιλάδα του Κλάριου Σολιά Ένας από τους Επισκόπους Σολίας-Αρχιεπισκόπους Κύπρου αυτούς, ο Θεοφάνης ανακηρύχθηκε άγιος. Προς το τέλος της Λατινικής κυριαρχίας (15ος και 16ος αιώνας), όταν χαλάρωσαν τα καταπιεστικά μέτρα και αρκετοί πάροικοι αγόρασαν την ελευθερία τους, αρχίζουν στη Σολιά να κτίζονται ενοριακοί ναοί και μικρά μοναστήρια. Επειδή δε οι οικισμοί ήταν πολλοί, μικροί και σκόρπιοι κτίστηκαν πολλοί μικροί ναοί. (Μερικοί ναοί είναι τόσο κοντά ο ένας στον άλλο, ειδικά στη Γαλάτα, που πρέπει να είναι ναοί που κτίστηκαν σε κτήματα κάποιων πλουσίων της εποχής) Είναι οι βυζαντινοί ναοί από τους οποίους είναι κατάσπαρτη η Σολιά. Μερικοί από αυτούς είναι πραγματικά κομψοτεχνήματα. Οι τοιχογραφίες των ναών αυτών είναι βυζαντινής ή ιταλοβυζαντινής τέχνης, μιας τέχνης που πάντρεψε παραγωγικά την ανατολική και δυτική τεχνοτροπία.
Προς το τέλος της Λατινικής κυριαρχίας εμφανίζονται τα πλείστα ονόματα των χωριών της Σολιάς από την Ευρύχου και πάνω, ιδιαίτερα σε χάρτες. Η Γαλάτα όμως αναφέρεται από το 12ο αιώνα από το Λεόντιο Μαχαιρά. Οι Λατίνοι άρχοντες προτιμούν τα χωριά αυτά της ορεινής Σολιάς για τις καλοκαιρινές τους διακοπές. Σε ένα από αυτούς, το Δημήτριο ντε Κόρον, άρεσε τόσο η περιοχή που έκτισε την Ποδίθου. Την ίδια εποχή πρέπει να κτίζονται και αρκετοί από τους νερόμυλους της Σολιάς από τους αφέντες μάλλον της περιοχής. Εξάλλου τα «ενετικού τύπου» τόξα που στηρίζουν πολλά από τα αυλάκια τους υποδεικνύουν του λόγου το αληθές.
Οι υφάντρες υπάρχουν ακόμα στη Σολιά Ο νερόμυλος του Κύριλλου λειτουργεί ακόμη Τουρκοκρατία Ο 16ος αιώνας βρίσκει την Κύπρο υποδουλωμένη σε σκληρότερο αφέντη, τους Τούρκους. «Ουδέν καλόν αμιγές κακού» έλεγαν οι πρόγονοί μας. Δυο καλά που μας προέκυψαν ήταν ότι πρώτον τα φέουδα καταργούνται και τα κτήματα επιστρέφονται στους Έλληνες και δεύτερον η Ορθόδοξη Εκκλησία αποκαθίσταται. Το τελευταίο όμως σήμαινε πως ο Αρχιεπίσκοπος εγκαταλείπει τη Σολία και επιστρέφει στη Λευκωσία.
Διοικητικά η Σολιά ανήκει αρχικά στον καζά (διαμέρισμα) της Πεντάγυιας όπως και επί Φραγκοκρατίας. Αργότερα όμως η Λεύκα εξελίσσεται σε τούρκικο μεγαλοχώρι της περιοχής και έτσι ο καζάς της Πεντάγυιας διαχωρίζεται σε ένα μεγάλο καζά της Λεύκας στην οποία υπάγεται η Σολιά και σε ένα μικρό καζά εκείνο του Μόρφου. Η Λεύκα επί Λατινοκρατίας ήταν σημαντικό κρατικό φέουδο και είχε λατινική εκκλησία. Επί Τουρκοκρατίας διαμοιράστηκε στους εποίκους από τη Μικρά Ασία, οι δε λατινική εκκλησία έγινε τζαμί. Σημαντικοί φεουδάρχες της Λεύκας εξισλαμίστηκαν για να διασώσουν τη ζωή και την περιουσία τους. Αυτοί παρουσιάζονται στη συνέχεια με τα εξής ονόματα: Μεχμέτ Τουμάζου, Χασάνης Φράγκου, Οσμάν Λουζινιανός κ.α.!
Οι Τούρκοι αδιαφορούν για τα πάντα εκτός από την είσπραξη των βαριών φόρων που επέβαλαν, επιδεικνύοντας ιδιαίτερη σκληρότητα στο θέμα αυτό. Την εποχή αυτή οι σκόρπιες γειτονιές και τα μικρά-μικρά χωριουδάκια μαζεύονται και δημιουργούν πυκνοκατοικημένα χωριά με κολλητά σπιτάκια που πολλές φορές επικοινωνούν με αθέατες πόρτες.
Επί Τουρκοκρατίας το πιο ξακουστό χωριό της Σολιάς ήταν η Γαλάτα. Ήταν το κέντρο του εμπορίου και των τεχνητών. Το χωριό των πολλών εκκλησιών και των πολλών ιερέων. Ένας μάλιστα από αυτούς γίνεται ένας από τους πιο σπουδαίους Αρχιεπισκόπους της Κύπρου. Είναι ο Αρχιεπίσκοπος Φιλόθεος (18ος αιώνας). Ο Φιλόθεος ίδρυσε «Σχολή Ελληνικών Γραμμάτων και Μουσικής» στη Λευκωσία, στίριξε το Ρώσο μοναχό Μπάρσκυ, ο οποίος περιόδευσε όλη την Κύπρο και περιέγραψε τα μοναστήρια της και κατάφερε να επισημοποιηθεί για τον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου ο τίτλος του «Ραγιά-Κοτζαμπάση» δηλαδή κηδεμόνα και αντιπρόσωπου των Ελλήνων (Εθνάρχη). Κατά τον 17ο και 18ο αιώνα η σκληρή καταπίεση του πληθυσμού οδηγεί μερικούς φτωχούς συνήθως χωρικούς να ασπασθούν το Μουσουλμανισμό και από Ελληνοκύπριοι να γίνουν Τουρκοκύπριοι. Σημαντικό ρόλο έπαιξε στο θέμα αυτό και ο δραγομάνος τη Κύπρου Φραγκουλλής, γόνος φραγκικής εξελληνισμένης οικογένειας. Αυτό παρατηρήθηκε και σε λίγα χωριά της Σολιάς (Κοράκου, Φλάσου, Άγιος Γεώργιος και Άγιος Νικόλαος), ένα δε μικρό χωριό, ο Άγιος Επιφάνειος, αλλαξοπίστησε ολόκληρο. Σημαντικό ρόλο στην εξωμοσία αυτή έπαιξε η Λεύκα που αποτελούσε το διοικητικό κέντρο της περιοχής και είχε σχεδόν ολόκληρη εξισλαμισθεί και εποικιστεί. Οι πλούσιοι Μωαμεθανοί της Λεύκας, σπαχήδες και γαιοκτήμονες, εργοδοτούσαν πολλούς χριστιανούς της περιοχής και ασφαλώς τους επηρέαζαν. Κατά καιρούς επίσης κατοικούσαν σ’ αυτή ισχυροί μουφτήδες που εργάζονταν συστηματικά για τον εξισλαμισμό των Χριστιανών. Αντίσταση στην προσπάθεια αυτή είχαν τα μοναστήρια, που απέκτησαν επί Τουρκοκρατίας σημαντική περιουσία και έτσι εργοδοτούσαν πολλούς χριστιανούς. Στα όρια της Σολιάς (Πεντάγυια) η Μονή Κύκκου απέκτησε τεράστια περιουσία και με τη δύναμη αυτή έγινε ο αντίποδας της Λεύκας στην προσπάθεια εξισλαμισμού της περιοχής. Στη Σολιά περιουσία είχαν επίσης οι μονές του Αγίου Νικολάου της Στέγης, της Ποδίθου, της Σκουριώτισσας, του Κούρδαλι και της Τροοδίτισσας.
Παρά την καταπίεση των Χριστιανών ο εξισλαμισμός στη Σολιά ήταν πολύ περιορισμένος. Ενδεικτικό της αντίστασης των κατοίκων στην πίεση αυτή είναι η ανοικοδόμηση αρκετών ναών στα χωριά της Σολιάς κατά την Τουρκοκρατία: Άγιος Γεώργιος, Κατύδατα, Λινού, Φλάσου, Κοράκου, Τεμπριά, Κακοπετριά, Σπήλια. Αποκορύφωμα της προσήλωσης της Σολιάς στα Ελληνικά και Χριστιανικά ιδεώδη ήταν η εκτέλεση στις 9 Ιουλίου 1821 στη Λευκωσία μαζί με τους άλλους πρόκριτους της Κύπρου, του Χατζηπέτρου Βοσκού από τη Φλάσου. Κατά μιαν εκδοχή ο Χατζη-Πέτρος ήταν μέλος της Φιλικής Εταιρείας και γραμματοκομιστής της, είχε δε συλληφθεί από τους Τούρκους, ενώ μετέφερε μυστικές επιστολές της Εταιρείας στον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου Κυπριανό.
Όπως είναι γνωστό μετά τα γεγονότα της 9ης Ιουλίου 1921 για μερικά χρόνια υπήρξε καταπίεση ειδικά του κλήρου, που θεωρείτο (και ήταν) πρωταίτιος της διαφαινόμενης εξέγερσης. Τα δύσκολα εκείνα χρόνια έκλεισαν στην Κύπρο 70 μοναστήρια. Πιθανότατα ανάμεσά τους ήταν και τα μοναστήρια της Σολιάς: Παναγία Χρυσοκουρδαλιώτισσα στα Κούρδαλι, Παναγία Ποδίθου στη Γαλάτα, Παναγία Κουσουλιώτισσα στη Φλάσου, Παναγία Σκουριώτισσα στα Κατύδατα και Άγιος Νικόλαος στην Κακοπετριά.
Μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας και την πίεση που εξάσκησαν στην Τουρκία οι μεγάλες δυνάμεις τα καταπιεστικά μέτρα εναντίον των Ελλήνων της Κύπρου περιορίστηκαν αισθητά και ο πληθυσμός ανάσανε. Άρχισε έτσι μια περίοδος αναδημιουργίας. Στη Γαλάτα και την Ευρύχου δημιουργούνται γύρω στο 1850 τα πρώτα σχολεία, πράγμα πολύ σημαντικό για την αυτογνωσία των κατοίκων αλλά και την περαιτέρω ανάπτυξη.
Αγγλοκρατία Το 1878 η Κύπρος περνά από τους Τούρκους στους Άγγλους. Το πρώτο πράγμα που γίνεται στη Σολιά, αφού κόπασαν οι πανηγυρισμοί, είναι η ανάπτυξη της παιδείας. Το ένα χωριό μετά το άλλο λειτουργούν δημοτικά σχολεία. Η ολοκλήρωση γίνεται το 1919 με την ίδρυση σχολείου δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην Ευρύχου, της «Ελληνικής Σχολής Σολέας». Τη δεκαετία 1930-1940 κτίζονται σ’ όλα τα χωριά της Σολιάς καινούρια δημοτικά σχολεία τα πλείστα των οποίων έχουν σαν δομικό υλικό το τούβλο του Αγίου Θεοδώρου.
Άγιος Γεώργιος Ευρύχου - Εδώ αποφασίστηκε η ίδρυση της Ελληνικής Σχολής Σολέας
Κατά το 1878 η Σολιά είχε περίπου τρεις χιλιάδες κατοίκους. Η λειτουργία του μεταλλείου του Αμιάντου το 1904, της Φουκάσας το 1914 και του Χρωμίου το 1924 έδωσε στη Σολιά πολλές ευκαιρίες απασχόλησης πράγμα που οδήγησε σε πληθυσμιακή ακμή που έφτασε στο αποκορύφωμά της το 1960 όπου η Σολιά αριθμούσε πέραν των οκτώ χιλιάδων κατοίκων.
Περί το 1920 η Σολιά αποκτά οδικό δίκτυο και τα αυτοκίνητα κυκλοφορούν στους δρόμους της δίδοντας ευκαιρία στους κατοίκους να διακινηθούν μαζικά και να έρθουν πιο εύκολα σε επικοινωνία με ανθρώπους άλλων περιοχών. Το εμπόριο αναπτύσσεται και οι πλούσιοι αστοί γνωρίζουν τα θέλγητρα της εξοχικής Σολιάς. Έτσι αναπτύσσεται ο τουρισμός με κύριους άξονες τη Γαλάτα και την Κακοπετριά.
Παράλληλα δημιουργείται ο σιδηρόδρομος το 1905 που φτάνει μέχρι την Ευρύχου το 1915. Έτσι η Σολιά συνδέεται με τη Μόρφου, τη Λευκωσία και την Αμμόχωστο και με αυτό το μέσο συγκοινωνίας. Το τρένο μετέφερε επίσης, για λίγο καιρό, μετάλλευμα από τη Φουκάσα στην Αμμόχωστο. Ο σιδηρόδρομος έκανε δυο σταθμούς στη Σολιά: Στη Φουκάσα και στην Ευρύχου, όπου βρισκόταν και το τέρμα του. Ο σταθμός στην Ευρύχου έγινε ένα καλό εμπορικό κέντρο και ένας σημαντικός διαμετακομιστικός σταθμός που διέθετε γραφεία, αποθήκες, καφενεία και ξενώνα. Στον περίγυρό του δραστηριοποιούνταν διάφοροι τεχνίτες και παραγωγοί οργάνωναν παζάρι. Δυστυχώς ο σταθμός αυτός έκλεισε το 1931 μετά τα Οκτωβριανά. Μαζί του έκλεισε και η δυναμική που δημιουργήθηκε για την περιοχή.
Όσον αφορά τη γεωργία το βαμβάκι και το μετάξι αρχίζουν να χάνουν τη σημασία τους μετά το 1930 λόγω των τεχνιτών υλών που έκαναν την εμφάνισή τους. Στη θέση τους αναπτύσσεται η φρουτοκαλλιέργεια και η Σολιά γίνεται ένας ατέλειωτος φρουτόκηπος. Παράλληλα η βιομηχανοποίηση και η ανάπτυξη των μεταφορών οδηγούν τον ένα μετά τον άλλο τους νερόμυλους, τους ελιόμυλους και τα χάνια σε κλείσιμο.
Η πληθυσμιακή ακμή, η επικοινωνία, η ανάπτυξη της παιδείας και η πιο άνετη ζωή έφεραν και τη δημιουργία συλλόγων σε κάθε κοινότητα. Οι σύλλογοι ήταν αθλητικοί και παράλληλα πολιτιστικοί. Ταυτόχρονα όμως έγιναν, μαζί με τις εκκλησίες και τα σχολεία, κέντρα καλλιέργειας της εθνικής συνείδησης. Εδώ ετιμούντο με παγκοινοτικές εκδηλώσεις οι εθνικές επέτειοι και οργανώνονταν θεατρικές παραστάσεις με πατριωτικά έργα. Τον καιρό της ΕΟΚΑ έγιναν τα φυτώρια των αγωνιστών.
Η Σολιά δεν μπορούσε ασφαλώς να λείψει από τους απελευθερωτικούς αγώνες της μητροπολιτικής Ελλάδας. Κάτοικοι των χωριών της Σολιάς έλαβαν μέρος τόσο στον πρώτο όσο και στο δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και έδωσαν ακόμα και τη ζωή τους στο πλευρό των αγωνιζομένων Ελλήνων και των χωρών που, όπως τουλάχιστον διακήρυσσαν, αγωνίζονταν για την ελευθερία και τη δημοκρατία. Αναφέρω μόνο ως ενδικτικό το γεγονός πως μόνο από τα Σπήλια-Κούδραλι πολέμησαν πέντε στο πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, από τους οποίους ένας, ο Χρυσόστομος Κλεάνθη Παπαγιάννη έπεσε στο Βουλγαρικό μέτωπο. Επίσης κατά το δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο από τις ίδιες κοινότητες πολέμησαν τριάντα άτομα, δυο δε συνελήφθησαν αιχμάλωτοι από τους Γερμανούς. Ο Κώστας Τελλάλης υπηρέτησε στο πρώτο πόλεμο ως στρατιώτης και στο δεύτερο ως αξιωματικός και παρασημοφορήθηκε για την προσφορά του.
Αλλά και στις συμφορές άνοιξε την αγκαλιά της για να προσφέρει παρηγοριά. Για παράδειγμα, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922, Έλληνες, ιδιαίτερα από την περιοχή Σμύρνης, φιλοξενήθηκαν στα σπίτια των μεταλλωρύχων της Σκουριώτισσας. Μάλιστα ψάλτες από τη Σμύρνη δίδαξαν στη Σολιά το Σμυρναίικο ψαλτικό ύφος (βυζαντινή παρασημαντική), το οποίο διατηρείται ακόμη σε κάποια χωριά.
Στους αγώνες του Ελληνισμού της Κύπρου για την Ένωση με την Ελλάδα η Σολιά ήταν παρούσα. Τόσο στην εξέγερση του 1931 όσο και στο δημοψήφισμα του 1950. Αποκορύφωμα ήταν η συμμετοχή της Σολιάς στον αγώνα της ΕΟΚΑ, όπου έπαιξε πρωτεύοντα ρόλο, σε συμμετοχή, σε αγώνες και προ πάντων σε θυσίες. Το θέμα αυτό εξετάζεται, λόγω της σημασίας του, σε ιδιαίτερο κεφάλαιο.
Κυπριακή Δημοκρατία Ο απελευθερωτικός αγώνας της ΕΟΚΑ δεν είχε ως κατάληξη το στόχο που έθεσε, δηλαδή την ένωση με την Ελλάδα, αλλά σε ένα «ανεξάρτητο» συνεταιριστικό κράτος με τους Τουρκοκύπριους. Ένα κράτος που είχε μέσα του σπέρματα διχοτόμησης που δεν άργησαν να βλαστήσουν. Έτσι είχαμε τις διακοινοτικές ταραχές του 1963-64 κατά τις οποίες οι Τουρκοκύπριοι συγκεντρώθηκαν σε αυτοδιοικούμενους θυλάκους. Από τη Σολιά έφυγαν οι Τουρκοκύπριοι που κατοικούσαν σε μικτά χωριά. Παρέμειναν μόνο οι κάτοικοι του μικρού Τουρκοκυπριακού χωριού Άγιος Επιφάνιος.
Κρυσφήγετο της ΕΟΚΑ στα Σπήλια Οι τέσσερις ήρωες του Κούρδαλι
Το πρώτο έργο που έγινε στην περιοχή (1960-1970) ήταν ο νέος αυτοκινητόδρομος Λευκωσίας-Τροόδους που ήταν διπλής κατεύθυνσης και αντικατέστησε το στενό και φιδωτό δρόμο της Αγγλοκρατίας. Ένα άλλο σημαντικό έργο ήταν η συγκέντρωση αρκετών Κυβερνητικών υπηρεσιών στην Ευρύχου. Δυστυχώς έκτοτε άλλα σημαντικά έργα δεν έγιναν.
Ο πληθυσμός της Σολιάς κατά την περίοδο 1960-1974 ήταν περίπου σταθερός, πράγμα που καταδεικνύει την έλλειψη προοπτικών ανάπτυξης, λόγω της απουσίας σημαντικών έργων.
Η Τουρκική Εισβολή του 1974 είχε και για τη Σολιά σημαντικά πλήγματα. Νεκροί και αγνοούμενοι σε όλα τα χωριά. Ένα κεφαλοχώρι της Σολιάς, η Πέτρα, που αριθμούσε τότε χίλιους κατοίκους, κατελήφθη. Τα χωριά Άγιος Νικόλαος και Άγιος Γεώργιος εκκενώθηκαν γιατί βρέθηκαν στη «Νεκρή Ζώνη». Το χωριό Άγιος Επιφάνιος εκκενώθηκε από τους Τουρκοκύπριους. Το μεταλλείο της Φουκάσας έκλεισε. Η δίοδος προς τη θάλασσα φράχτηκε με συρματοπλέγματα. Το ίδιο και ο δρόμος για τη μεγάλη κωμόπολη της Μόρφου που εξελισσόταν γρήγορα σε πόλη.
Η Σολιά δυσκολευόταν πια να αναπνεύσει. Παρόλο τούτο άνοιξε την αγκαλιά της για να δεχτεί τις χιλιάδες των προσφύγων που την κατέκλυσαν. Το Γυμνάσιο Σολέας λειτουργούσε και πρωί και απόγευμα για να μορφώσει τα νέα παιδιά. Στην Ευρύχου κατάφυγε ο Μητροπολίτης Μόρφου και έκαμε εδώ την προσωρινή διαμονή του. Εδώ επίσης κατάφυγε και η Αστυνομική Διεύθυνση Μόρφου.
Σε ελάχιστα χρόνια οι πρόσφυγες έφυγαν καταλήγοντας στις μεγάλες πόλεις. Η Κυβερνητική πολιτική δεν ευνοούσε παραμονή τους στην περιοχή. Η αποχώρηση των προσφύγων άφησε μόνη τη Σολιά με τα σοβαρά προβλήματα της που έρχονταν το ένα μετά το άλλο: Μετά το κλείσιμο της Φουκάσας κλείνει το μεταλλείο του Χρωμίου το 1982 και του Αμιάντου το 1988. Παράλληλα η υλοτομία οδηγείται σε οριστικό κλείσιμο. Η έλλειψη απασχόλησης οδηγεί τους κατοίκους στη μετοίκησή τους στις πόλεις. Τα χωριά αποψιλώνονται ραγδαία και τα δημοτικά σχολεία κλείνουν το ένα μετά το άλλο.
Κτίριο του μεταλείου του Χρωμίου
Το τέλος της δεύτερης χιλιετηρίδας βρίσκει τη Σολιά να έχει μόνο πέντε χιλιάδες κατοίκους, τέσσερα μόνο δημοτικά σχολεία και …πολλούς συνδέσμους αποδήμων! Από το βιβλίο "ΣΟΛΙΑ, παρελθόν, παρόν και μέλλον" του Ανδρέα Χρυσάνθου
|