.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ

Πόνος και καημός της Ρωμιοσύνης
στην ποίηση και το τραγούδι

Καμμιά πόλη δεν τραγουδήθηκε από τον Ελληνισμό όσο η Κωνσταντινούπολη. Κι ακόμα τραγουδιέται και θα τραγουδιέται όσο υπάρχουν Έλληνες. Είναι το μεγάλο καύχημα και ο μεγάλος μας καϋμός.

Πιο πολύ τραγουδήθηκε η άλωαη της Πόλης. Ο λαός αδυνατεί ακόμη να δεχθεί πως η βασιλίς των πόλεων κουρσεύτηκε. Δεν το χωρά ο νους του πως η Παναγιά επέτρεψε να αλωθεί η πόλη της. Γι' αυτό και δημιούργησε θρύλους πολλούς (μαρμαρωμένος βασιλιάς, εξαδάκτυλος, Κόκκινη Μηλιά, κ.ά.) με συνδετικό κρύκο την ανάκτηση της Πόλης σε κάποιο απροσδιόριστο μέλλον (πάλι με χρόνια, με καιρούς).

Το πιο γνωστό δημοτικό τραγούδι για την άλωση είναι το εξής:

Τῆς Ἁγιά-Σοφιᾶς

(Δημοτικό)

Τὸ δημοτικὸ αὐτὸ τραγούδι εἶναι ὁ παλαιότερος θρῆνος γιὰ τὴν κατάληψη τῆς Κωνσταντινούπολης. Πιθανὸν νὰ προέρχεται ἀπὸ τὴν Κρήτη. Βρέθηκε σὲ χειρόγραφό του 15ου αἰῶνα· ὁ τίτλος ἦταν: «Ἀνακάλημα τῆς Κωνσταντινούπολης». Ἀνήκει στὴ δεύτερη περίοδο (1453-1821) τῆς Νεοελληνικῆς Λογοτεχνίας καὶ στὸ ἱστορικὸ εἶδος. Στὴν παρακάτω μορφὴ τοῦ δημοσιεύτηκε τὸ 1914 ἀπὸ τὸ Ν. Πολίτη στὴ συλλογή του «Ἐκλογαὶ ἀπὸ τὰ τραγούδια τοῦ Ἑλληνικοῦ Λαοῦ». Γιὰ τὴν σύνθεσή του ὁ Ν. Πολίτης χρησιμοποίησε τὴν παραλλαγὴ ποὺ δημοσίευσε ὁ Φωρὲλ καὶ ἄλλοι εἴκοσι τέσσερις. Ὅμως, μόνο ὁ 4ος καὶ 18ος στίχος ἔχουν παρθεῖ αὐτούσιοι ἀπὸ τὴν ἐργασία τοῦ Φωριέλ


Σημαίνει ὁ Θεός, σημαίνει ἡ γῆς, σημαίνουν τὰ ἐπουράνια,
σημαίνει κι ἡ Ἁγιά-Σοφιά, τὸ μέγα μοναστήρι,
μὲ τετρακόσια σήμαντρα κι ἑξήντα δυὸ καμπάνες,
κάθε καμπάνα καὶ παπᾶς, κάθε παπᾶς καὶ διάκος.


Ψάλλει ζερβὰ ὁ βασιλιάς, δεξιὰ ὁ πατριάρχης,
κι ἀπ᾿ τὴν πολλὴ τὴν ψαλμουδιὰ ἐσειόντανε οἱ κολόνες.
Νὰ μποῦνε στὸ χερουβικὸ καὶ νά ῾βγει ὁ βασιλέας,
φωνὴ τοὺς ἦρθε ἐξ οὐρανοῦ κι ἀπ᾿ ἀρχαγγέλου στόμα:
«Πάψετε τὸ χερουβικὸ κι ἂς χαμηλώσουν τ᾿ Ἅγια,
παπάδες πᾶρτε τὰ ἱερὰ καὶ σεῖς κεριὰ σβηστῆτε,
γιατί ῾ναι θέλημα Θεοῦ ἡ Πόλη νὰ τουρκέψει.


Μόν᾿ στεῖλτε λόγο στὴ Φραγκιά, νὰ ῾ρθοῦν τρία καράβια,
τό ῾να νὰ πάρει τὸ σταυρὸ καὶ τ᾿ ἄλλο τὸ βαγγέλιο,
τὸ τρίτο τὸ καλύτερο, τὴν ἅγια Τράπεζά μας,
μὴ μᾶς τὴν πάρουν τὰ σκυλιὰ καὶ μᾶς τὴ μαγαρίσουν».


Ἡ Δέσποινα ταράχτηκε καὶ δάκρυσαν οἱ εἰκόνες.
«Σώπασε κυρὰ Δέσποινα, καὶ μὴ πολυδακρύζῃς,
πάλι μὲ χρόνους, μὲ καιρούς, πάλι δικά μας θά ῾ναι».

 

(συνεχίζεται...)

..........................................

 

Τα χρόνια περνούσαν κι ο "ευσεβής πόθος" του Ελληνισμού φαινόταν όλο και πιο απόμακρος. Ο λαός όμως πάντα βρίσκει τον τρόπο να παρηγοριέται. Έτσι βγήκε το πιο κάτω δημοτικό ωαλτοτράγουδο:

 


 Δώδεκα Ευζωνάκια

Δώδεκα ευζωνάκια τ' αποφασίσανε
στην Πόλη για να πάνε Παναγιά μου
να πολεμήσουνε

Στο δρόμο που πηγαίναν στη Μαύρη θάλασσα

κακιά φουρτούνα πιάνει Παναγιά μου
ξεσκίζει τα πανιά

Δεν κλαίμε το καράβι δεν κλαίμε τα πανιά

μον' κλαίμε τα ευζωνάκια Παναγιά μου
τα νιούτσικα παιδιά

Βοήθα Παναγιά μου να τα γλιτώσουμε

κι όλα σου τα καντήλια Παναγιά μου
θα στ' ασημώσουμε


Βοήθα Άη Γιώργη, βοήθα Παναγιά

να πάρουμε την Πόλη, Παναγιά μου

και την Αγιά Σοφιά!

Το τραγουδά ο Χάρης Αηδονίδης


(συνεχίζεται)

....................................................................

 

Κι όμως το 1919-22 δόθηκε η ευκαιρία που τόσο ποθούσε ο Ελληνισμός. Ο Βενιζέλος έφερε πολύ κοντά την υλοποίηση της Μεγάλης Ιδέας. Ο Ελληνικός στρατός μπήκε στη Σμύρνη και την γύρω της περιοχή, όπως συμφώνησαν οι σύμμαχοι, και Ελληνικό απόσπασμα κατέβηκε στην Κωνσταντινούπολη μαζί με τους συμμάχους. Τότε όμως το μεγάλο σαράκι μας, η διχόνοια, λειτούργησε ξανά: Ένας ξενόφερτος και τυχοδιώκτης βασιλιάς, που λεγόταν κι όλας Κωνσταντίνος, προξένησε τη Μικρασιατική Καταστροφή και έβαλε ταφόπλακα στο μεγαλύτερο πόθο του Ελληνισμού. Φανταστείτε σήμερα να είχε ο Ελληνισμός έστω μόνο την περιοχή της Σμύρνης. Ο γεωπολιτικός χάρτης της Ανατολικής Μεσογείου θα ήταν πολύ πολύ διαφορετικός και τα χαρτιά του Ελληνισμού στη διεθνή σκακιέρα ισχυρότατα.

 

Η πέννα του Πυθαγόρα και η μουσική του Απόστολου Καλδάρα αποτύπωσαν παραστατικά την πικρή αλήθεια:

 

Μαρμαρωμένος Βασιλιάς


Έστειλα δυο πουλιά στην Κόκκινη Μηλιά
που λένε τα γραμμένα,
τo 'να σκοτώθηκε, τ' άλλο λαβώθηκε
δε γύρισε κανένα.

Για τον μαρμαρωμένο βασιλιά
ούτε φωνή, ούτε λαλιά.
τον τραγουδάει όμως στα παιδιά,
σαν παραμύθι η γιαγιά.

Έστειλα δυο πουλιά στην Κόκκινη Μηλιά
που λένε τα γραμμένα,
το 'να σκοτώθηκε, τ' άλλο λαβώθηκε
δε γύρισε κανένα.

Έστειλα δυο πουλιά στην Κόκκινη Μηλιά,
δυο πετροχελιδόνια,
μα κει εμμείνανε κι όνειρο γίνανε
και δακρυσμένα χρόνια.

Για τον μαρμαρωμένο βασιλιά
ούτε φωνή, ούτε λαλιά.
τον τραγουδάει όμως στα παιδιά,
σαν παραμύθι η γιαγιά

Τραγουδά η Χαρούλα Αλεξίου

(Συνεχίζεται...)
...............................................................
Οι Νεότουρκοι κατά την προσφιλή τους τακτική, του εθνικού ξεκαθαρίσματος, με διάφορες προφάσεις φρόντισαν να εξαφανίσουν τον Ελληνισμό από την Κωνσταντινούπολη. Σήμερα μόνο περί τις δυο χιλιάδες Έλληνες προσπαθούν να κρατήσουν όρθιους τος ιερούς μας χώρους στην Πόλη και ο Οικουμενικός μας Πατριάρχης αναμμένο το κεράκι της αξιοπρέπειάς μας.
Ο λαός το πήρε κι αυτός απόφαση πως το όνειρο, να ξαναζωντανέψει ο Ελληνισμός στην Πόλη, είναι απραγματοποίητο γι' αυτό έκανε τον καϋμό του τραγούδι παραδοσιακό, για να παρηγοριέται:
.
.
Έχε γεια Παναγιά

Στο Γαλατά ψιλή βροχή και στα Tαταύλα μπόρα
βασίλισσα των κοριτσιών είναι η Mαυροφόρα.

Έχε γεια Παναγιά τα μιλήσαμε,
όνειρο ήτανε, τα λησμονήσαμε.

Στο Γαλατά θα πιω κρασί, στο Πέρα θα μεθύσω,
και μες απ' το Γεντί Kουλέ κοπέλα θ' αγαπήσω.

Έχε γεια Παναγιά τα μιλήσαμε,
όνειρο ήτανε, τα λησμονήσαμε

Γεντί Kουλέ και Θαραπειά, Ταταύλα και Nιχώρι,
αυτά τα τέσσερα χωριά 'μορφαίνουνε την Πόλη.

Έχε γεια Παναγιά τα μιλήσαμε,
όνειρο ήτανε, τα λησμονήσαμε

Τραγουδά η Γλυκερία

............................................................
Περάσαμε ήδη την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα. Επισκεπτόμαστε πια την Κωνστατινούπολη ως τουρίστες οι πιο πολλοί, ως προσκυνητές μερικοί. Αυτοί οι λίγοι αλλά εκλεκτοί επιστρέφουν με δάκρυα για ό,τι χάσαμε και αφήνουν τον πόνο τους να γίνει ποίημα και τραγούδι:
Νίκου Ζούδιαρη:

Βόσπορος
Τα πνεύματα επιστρέφουνε τις νύχτες
φωτάκια από αλύτρωτες ψυχές
κι αν δεις εκεί ψηλά στις πολεμίστρες
θα δεις να σε κοιτάζουνε μορφές

Και τότε ένα παράπονο σε παίρνει
και στα καντούνια μέσα σε γυρνά
η Πόλη μια παλιά αγαπημένη
που συναντάς σε ξένη αγκαλιά

Θέλω να πιω όλο το Βόσπορο
αλλάζουνε εντός μου τα σύνορα του κόσμου

Την βρήκα στις στροφές των ποιημάτων
με τις βαριές χανούμισσες να ζει
και ρίχνω μες στο στόμα των αρμάτων
την κούφια μου αλήθεια τη μισή

Θέλω να πιω όλο το Βόσπορο
αλλάζουνε εντός μου τα σύνορα του κόσμου
.
Τραγουδά ο Αλκίνοος Ιωαννίδης
Τέλος

Ανδρέας Χρυσάνθου

30/05/2012