ΤΟ ΡΟΥΔΙ (ΣΟΥΜΑΚΙ) Rhus coriara
Θάμνος που έχει ύψος μέχρι δύο μέτρα. Είναι γνωστό από την αρχαιότητα με το ελληνικό όνομα «ρους», κόκκινο δηλαδή. (Πολύ σχετικές λέξεις είναι ρόδι, ρόδον, ροζ κ.α.). Το ρούδι είναι παραφθορά της αρχαίας λέξης ρους. Οι καρποί του εξάλλου έχουν βαθύ κόκκινο χρώμα. Το ρούδι λέγεται και «σουμάκι». Η λέξη σουμάκι είναι Αραβικής προέλευσης (σουμάκ = κόκκινο), γιατί ποικιλία ρουδιού συναντάται στη Μέση Ανατολή. Το ρούδι είναι αυτοφυές φυτό και το συναντάμε σε υψόμετρο 800 μέχρι 1400 μέτρων. Πυκνές και εκτεταμένες συστάδες του θάμνου αυτού απαντούνται στα Σπήλια-Κούρδαλι. Φύεται ασφαλώς και σε πολλές άλλες περιοχές της Μαδαρής και του Τροόδους. Το ρίζωμά του προχωρεί και σε βάθος και σε πλάτος. Οι οριζόντιες ρίζες του κάθε τόσο ξεπετάγουν πάνω από τη γη νέα κλαδιά. Έτσι συνήθως παρατηρούνται πυκνές συστάδες του θάμνου αυτού. Προτιμά τις άκριες των δρόμων και τους όχτους των αμπελιών, όπου το έδαφος είναι πιο πλούσιο. Όσα αμπέλια έχουν εγκαταλειφθεί είναι γεμάτα από το θάμνο αυτό. Ανθίζει το καλοκαίρι. Οι καρποί του είναι μικροί και στρογγυλοί, διαμέτρου 2-3 χιλιοστών και σχηματίζουν τσαμπιά. Έχουν χρώμα καφέ σκούρο και γεύση μπαχαρικού. Είναι πράγματι ένα ελαφρό μπαχαρικό που προτιμάται στο κρέας και ειδικά στη σούβλα ή τα σουβλάκια. Το ωραίο αυτό μπαχαρικό ωριμάζει το Γεννάρη και είναι εκλεκτό φαγητό των τζίκλων, μαυρόπουλων (κοτσιφιών) και άλλων πουλιών. Το κρέας των πουλιών αυτών αποκτά τότε μια ξεχωριστή γεύση. Αυτό ισχυρίζονται κάποιοι εκλεκτοί καλοφαγάδες.  Τα φύλλα του ρουδιού χρησιμοποιούνταν στη βυρσοδεψία. Πολλοί Σπηλιώτες έκοβαν το θάμνο αυτό τον Ιούνιο-Ιούλιο και τον άπλωθαν στα αλώνια. Όταν τα φύλλα του ξεραίνονταν τον κουπάνιζαν (τον κτυπούσαν με μακρυά χοντρά ξύλα) οπότε τα φύλλα διαχωρίζονταν από τα κλαδιά. Τα φύλλα μαζεύονταν και πωλούνταν, τα δε κλαδιά πήγαιναν στους φούρνους και τις τσιμινιές. Σε λίγες μέρες νέα ζωηρά κλαδιά του ρουδιού ξεφύτρωναν από τη γη και ο κύκλος ξανάρχιζε.
Από το βιβλίο "ΣΟΛΙΑ, παρελθόν, παρόν, μέλλον" του Ανδρέα Χρυσάνθου
|