Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

(σε μεγάλη συντομία)

Φυσικό περιβάλλον

Η Κύπρος ήταν ένα νησί απομονωμένο, περιτριγυρισμένο από πλούσια θάλασσα, με πολλά νερά, κατάφυτο από δάση και πλήθος ζώων και πουλιών. Οι πρώτοι κάτοικοι (οι Ετεοκύπριοι όπως αποκαλούνται) ήταν φυσικό να κατοικήσουν σε παράλια περιοχή. Αυτό συνεχίστηκε αργότερα με τις πόλεις που δημιουργήθηκαν. Η μόνη πόλη στο εσωτερικό της, η Λευκωσία, άρχισε να δημιουργείται μόλις το 1000 μ.Χ. και ως τα σήμερα αυτό ισχύει. Οι πρώτοι κάτοικοι άφησαν ίχνη στο Ακρωτήρι. Η ανάπτυξη των παραλιακών πόλεων ώθησε τους Κυπρίους να επιδοθούν στην κατασκευή πλοίων εμπορικών και πολεμικών. Η Κύπρος υπήρξε μέχρι την έναρξη της Βυζαντινής εποχής πολύ υπολογίσιμη ναυτική δύναμη.

 

Νεολιθική περίοδος (7000-3900 π.Χ.)

Είναι η αρχαιότερη φάση του πολιτισμού της Κύπρου. Ο πιο καλά διατηρημένος οικισμός είναι εκείνος της Χοιροκοιτίας. Οι πρόγονοί μας αυτοί ασχολούνταν με τη γεωργία, κτηνοτροφία και αλιεία. Τα εργαλεία τους ήταν από πέτρα, κόκαλα ή ξύλο.

 

Χαλκολιθική περίοδος (3900-2500 π.Χ.)

Την περίοδο αυτή οι Κύπριοι ανακαλύπτουν στους πρόποδες του Τροόδους το χαλκό και αρχίζουν να τον χρησιμοποιούν στα εργαλεία τους παράλληλα με την πέτρα. Ο πολύς και καλός χαλκός της Κύπρου έπαιξε πρωτεύοντα ρόλο στην ανάπτυξή της αλλά και sτην «αγάπη» που της έδειξαν οι διάφοροι κατακτητές. Τόση ήταν η σημασία του χαλκού που στο μέταλλο αυτό δόθηκε διεθνώς το όνομα της Κύπρου (cuprum). Η εξαγωγή του χαλκού από τις ενώσεις του απαιτεί θερμότητα και άνθρακα. Τα πυκνά κυπριακά δάση έδιδαν απλόχερα τις ύλες αυτές.

 

Εποχή του χαλκού (2500-1050 π.Χ.)

Είναι η εποχή που οι δαιμόνιοι Έλληνες αντιλαμβάνονται τη σημασία του νησιού και σπεύδουν να το εποικίσουν. Μαζί τους φέρνουν και το σπουδαίο πολιτισμό τους που σύντομα κυριαρχεί εκτός της Αμαθούντας (Ετεοκύπριοι) και το Κίτιον (Φοίνικες που κατέφθασαν από τη Συρία), που διατηρούν για αρκετούς αιώνες την ιδιαιτερότητά τους. Οι Έλληνες, κατά τη συνήθειά τους ιδρύουν σε κάθε πόλη και ένα ανεξάρτητο βασίλειο (συνολικά δέκα). Έκτοτε οι δεσμοί με την Ελλάδα είναι αδελφικοί. Ίσως η πιο αρχαία εκδήλωση φιλίας είναι το γεγονός που καταγράφει ο Όμηρος στην Ιλιάδα, ότι ο θώρακας του Αγαμέμνονα ήταν δώρο φιλοξενίας του βασιλιά της Κύπρου Κινύρα.

 

Πόλεις-βασίλεια (1050-700 π.Χ.)

Τα δώδεκα παράλια βασίλεια της Κύπρου οργανώνονται και αναπτύσσονται, καλλιεργούν τη γη, επεξεργάζονται τα προϊόντα τους, δουλεύουν τον πηλό, εξορίσουν το χαλκό και επιδίδονται με πολλή επιτυχία στο εμπόριο μεταξύ τους, με τους γειτονικούς λαούς, αλλά προ πάντων με την Ελλάδα. Στο νησί μαζεύεται πλούτος.

 

Περσική επικυριαρχία (650-350 π.Χ.)

Ο πλούτος του νησιού άρχισε να προσελκύει κατακτητές. Για τα επόμενα δυόμιση χιλιάδες χρόνια, κάθε 300 περίπου χρόνια  κάποια ισχυρή δύναμη επικρατεί στο νησί. Το χορό άνοιξαν οι Πέρσες που ήδη κυριάρχησαν στη Μέση Ανατολή και τη Μικρά Ασία. Οι Πέρσες άφησαν τα βασίλεια να αυτοκυβερνούνται αλλά απαίτησαν φόρο υποτελείας. Διακριτικά ή μη επέβλεπαν την υπακοή των Κυπρίων. Οι Κύπριοι όμως αρκετές φορές επαναστάτησαν με αρχηγό πρώτα το βασιλιά Ονήσιλο της Σαλαμίνας που πλήρωσε την επανάστασή με το αίμα του. Ακολούθησε  αργότερα ο Ευαγόρας, της Σαλαμίνας κι αυτός, που βοήθησε τους Έλληνες στους πολέμους με τους Πέρσες. Επίσης κατάφερε, είτε με το καλό είτε με το ζόρι, να συνενώσει τα Κυπριακά βασίλεια εναντίον των Περσών για την αποτίναξη του ζυγού τους, αλλά δεν τα κατάφερε.  Έκτοτε τα βασίλεια του νησιού ίδρυσαν το «Κοινόν Κυπρίων», ένα συντονιστικό σώμα που συνερχόταν κάθε τόσο και συζητούσε τα κοινά προβλήματα των βασιλείων.

 

Ελληνιστική περίοδος (330-60 π.Χ.)

Ο Μέγας Αλέξανδρος σε μια θυελλώδη προέλαση δέκα χρόνων διέλυσε την περσική αυτοκρατορία και ίδρυσε τη δική του απέραντη αυτοκρατορία. Οι Κύπριοι βασιλείς απαλλάχτηκαν από τους Πέρσες και βοήθησαν το μεγάλο στρατηγό στην πολιορκία της Τύρου με 120 καράβια. Κάποιοι ακολούθησαν τον Αλέξανδρο μέχρι τις Ινδίες. Η Κύπρος έγινε τμήμα της νέας αυτοκρατορίας του και επί των διαδόχων του  κυβερνάτο από τους Πτολεμαίους της Αιγύπτου. Οι Πτολεμαίοι κατάργησαν τα βασίλεια, ένωσαν την Κύπρο και όρισαν ως πρωτεύουσα του νησιού την Πάφο. Η Κύπρος ήσυχη πια και μέσα στην αγκαλιά της λαμπρής ελληνιστικής περιόδου γνωρίζει μεγάλη ανάπτυξη. Η ανάπτυξη αυτή προσελκύει μετανάστες από τις γύρω μας περιοχή. Μια ισχυρή ομάδα τέτοιων μεταναστών ήταν οι Εβραίοι, οι οποίοι δημιούργησαν ισχυρή παροικία στη Σαλαμίνα. Κατά την Ελληνιστική περίοδο η Κύπρος αναδεικνύει λαμπρούς ανθρώπους των γραμμάτων: Ζήνων ο Κιτιεύς-ιδρυτής της στωικής φιλοσοφίας, Κλέαρχος ο Σολεύς-πατέρας της λαογραφίας κ.ά.

 

 

 

 

Ρωμαϊκή Περίοδος (58π.Χ.-330μ.Χ.)

Ο Ρωμαίος στρατηγός Κάτων καταλαμβάνει την Κύπρο. Ως Ρωμαϊκή κτήση το νησί, με πρωτεύουσα πάλι την Πάφο, γνωρίζει νέα ανάπτυξη. Δημιουργείται οδικό δίκτυο, τα μεταλλεία βρίσκονται σε πλήρη λειτουργία και το εμπόριο ανθεί. Δημιουργούνται ναοί, θέατρα και αγορές.

 

Κατά τη Ρωμαϊκή Εποχή αρχίζει ο εκχριστιανισμός της Κύπρου. Το 45 μ.Χ. οι απόστολοι  Παύλος,  Βαρνάβας και Μάρκος διασχίζουν την Κύπρο από τη Σαλαμίνα  μέχρι την Πάφο διδάσκοντας τη νέα θρησκεία, κυρίως σε περιοχές που υπήρχε ισχυρό Εβραϊκό στοιχείο. Μάλιστα στην Πάφο ο Ρωμαίος Διοικητής Σέργιος Παύλος γίνεται χριστιανός. Έτσι έγινε ο πρώτος χριστιανός κυβερνήτης στον κόσμο! Ο Βαρνάβας επανέρχεται στην Κύπρο σε λίγα χρόνια, γίνεται ο πρώτος της Αρχιεπίσκοπος με έδρα τη Σαλαμίνα. Η πλούσια δράση του εξοργίζει τους Εβραίους της πόλης οι οποίοι τον λιθοβολούν βρίσκοντας μαρτυρικό θάνατο.

 

Βυζαντινή Περίοδος (330-1191 μ. Χ.)

Πρώτη περίοδος

Μετά το διαχωρισμό της Αυτοκρατορίας σε Δυτική και Ανατολική (Βυζάντιο) η Κύπρος γίνεται τμήμα του Βυζαντίου. Η Κύπρος αποτελεί ένα ενιαίο τμήμα της Αυτοκρατορίας με έδρα όμως τη Σαλαμίνα. Στις αρχές της νέας αυτής εποχής η Κύπρος πλήττεται από σεισμούς και ανομβρίες και ο πληθυσμός αποδεκατίζεται. Η μητέρα του Μεγάλου Κωνσταντίνου, Αγία Ελένη, καταφθάνει τότε στο νησί, επιστρέφοντας από τους Αγίους Τόπους όπου βρήκε τον Τίμιο Σταυρό. Η επίσκεψη αυτή γίνεται αφετηρία μιας νέας αναγέννησης του νησιού. Εν τω μεταξύ ο Χριστιανισμός επικρατεί στο νησί, ιδρύονται 12-14 επισκοπές και κτίζονται μεγαλοπρεπείς ναοί, δείγματα της πίστης του λαού αλλά και της ευημερίας του. Την ίδια εποχή παραχωρούνται τα αυτοκρατορικά προνόμια στην Eκκλησία της Κύπρου. Από τότε η Eκκλησία της Κύπρου παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο σε πολλούς τομείς και ο λαός συσπειρώνεται γύρω από αυτή. Έτσι γίνεται ο κυριότερος εκφραστής της λαϊκής θέλησης.

 

Δεύτερη Περίοδος-Αραβικές Επιδρομές

Η ευημερία αυτή γίνεται πόλος έλξης της νέας δύναμης που εμφανίζεται στην περιοχή, των Αράβων. Οι Άραβες πιέζουν συνεχώς το Βυζάντιο και του αποσπούν σημαντικά τμήματα από τα ανατολικά. Επανειλημμένες επιδρομές τους (εννιά τον αριθμό) από τον έβδομο μέχρι το δέκατο αιώνα στην Κύπρο ερημώνουν τις παράλιες πόλεις. Οι πλείστες εγκαταλείπονται από τους κατοίκους τους και ιδρύουν νέους οικισμούς στο εσωτερικό του νησιού. Το Βυζάντιο συνθηκολογεί με τους Άραβες και συμφωνείται συγκυριαρχία στην Κύπρο, η οποία πληρώνει φόρο και στους δύο. Η κατάσταση αυτή που κράτησε τριακόσια χρόνια τερματίζεται στα μέσα του δέκατου αιώνα όταν ο αυτοκράτορας Νικηφόρος Φωκάς κατατροπώνει τους Άραβες.

Κατά την περίοδο αυτή το Βυζάντιο συγκλονίζεται από την εικονομαχία. Η Κύπρος μένει μακριά από τη φθοροποιό αυτή διαμάχη με αποτέλεσμα να σωθούν οι εικόνες της.

 

Τρίτη περίοδος

Μετά την ήττα των Αράβων η Κύπρος επανέρχεται στην αγκαλιά του Βυζαντίου για άλλα 250 χρόνια. Πολλοί βυζαντινοί διοικητές της περιόδου αυτής δεν ήταν καλοί και ο λαός υπέφερε πολλές φορές. Όμως την περίοδο αυτή στον τομέα της θρησκείας και του πολιτισμού συντελούνται σημαντικά γεγονότα που ακόμα καλά κρατούν: Ιδρύονται μεγάλα μοναστήρια (Κύκκος, Μαχαιράς, Τροοδίτισσα) και Κωνταντινουπολίτες αγιογράφοι κοσμούν με εκπληκτικές αγιογραφίες καινούριους ναούς (Άγιος Νικόλαος της Στέγης, Ασίνου, Άρακας). Την ίδια εποχή κτίζονται τα κάστρα του Πενταδάκτυλου και ανθίζουν τα ακριτικά τραγούδια (Διενής, Σαρατζηνός).

 

Μετά το Βυζάντιο (1191 μ.Χ.) η Κύπρος υποδουλώνεται για 750 σχεδόν χρόνια. Όσο και αν προσπάθησαν οι Λατίνοι, οι Τούρκοι και οι Άγγλοι κατακτητές της σκοτεινής αυτής περιόδου δεν μπόρεσαν να βγάλουν από την Κύπρο ούτε τον Ελληνισμό, ούτε την Ορθοδοξία. Μέσα στην αγκαλιά του Βυζαντίου τα δυο αυτά ενώθηκαν και μπήκαν στο DNA του και έκτοτε δεν μπορούν να ξεριζωθούν.

 

Φραγκοκρατία-Ενετοκρατία (1192-1571 μ.Χ.)

Κατά την Γ΄ Σταυροφορία ο Άγγλος Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος κατακτά την Κύπρο και στη συνέχεια την πουλά στους Ναΐτες Ιππότες, οι οποίοι την μεταπουλούν στο Φράγκο Γκυ Ντε Λουζινιάν. Έτσι ξεκινά η Φραγκοκρατία κατά την οποία εισάγεται το σύστημα των φεουδαρχών και η Εκκλησία υπάγεται στον Πάπα. Το κάθε φέουδο είναι μια τεράστια έκταση που υπάγεται σε ένα φράγκο άρχοντα οι δε κάτοικοι χάνουν τη μισή τους περιουσία, η οποία δίδεται σε φράγκους ευγενείς ή στρατιωτικούς. Οι κάτοικοι γίνονται εργάτες του άρχοντα ή αν καλλιεργούν δικά τους κτήματα πληρώνουν βαριούς φόρους στον φεουδάρχη.

 

Η Κύπρος χωρίζεται σε τέσσερις επαρχίες (Λευκωσία, Αμμόχωστος, Λεμεσός και Πάφος). Σε κάθε μια πόλη τοποθετείται Καθολικός Επίσκοπος. Οι δεκατέσσερις ορθόδοξες επισκοπές καταργούνται και γίνονται τέσσερις μόνο αλλά οι επίσκοποι εκδιώκονται από τις τέσσερις πόλεις και εγκαθίστανται σε μικρότερες πολίχνες, είναι δε υπόλογοι στους παπικούς επισκόπους.  Κάθε επαρχία χωρίζεται 3-4 διαμερίσματα και αυτά σε φέουδα που αποτελούνται συνήθως από ένα-δυο χωριά

 

Επί Φραγκοκρατίας οι Κύπρος ζούσε σε ειρήνη και ο κόσμος ζούσε ικανοποιητικά αλλά ως δουλοπάροικος. Το νησί απέκτησε πλούτο όντας κέντρο του διαμετακομιστικού εμπορίου, αλλά ο πλούτος ανήκε βασικά στους ξένους εμπόρους και τους ξένους φεουδάρχες. Η εκκλησία καταπιεζόταν διακριτικά και μερικές φορές άγρια, όπως στο σφαγιασμό των 13 μοναχών της Καντάρας. Κατά κανόνα η καταπίεση ωθεί όσους αρέσκονται στην ελευθερία να πιάνουν τα βουνά. Κατά τη Φραγκοκρατία λοιπόν ιδρύθηκαν αρκετοί οικισμοί σε βουνά καθένας από τους οποίους είχε και ένα τουλάχιστον βυζαντινό εκκλησάκι. Επί Φραγκοκρατίας  εισέδυσαν στην Κύπρο οι Ενετοί οι οποίοι πήραν το εμπόριο στα χέρια τους και τελικά αγόρασαν και την Κύπρο το 1489μ.Χ.. Ενώ επί φραγκοκρατίας οι έριδες μεταξύ των ευγενών δεν άφηναν τον κόσμο να ησυχάσει επί Ενετοκρατίας επεκράτησε ειρήνη γι’ αυτό και ο πληθυσμός από τις 100 περίπου χιλιάδες έφτασε το 1570 σχεδόν τις 200 χιλιάδες. Η ειρήνη όμως αυτή συνοδευόταν από πιο συστηματική εκμετάλλευση του  λαού. Προς το τέλος μάλιστα της κυριαρχίας τους όταν ο Τουρκικός κίνδυνος έγινε ορατός οι Ενετοί οχύρωσαν το νησί με τα γνωστά ενετικά τείχη των πόλεων αφαιμάσσοντας τόσο το λαό που μαζικά έφευγε στο εξωτερικό. Ο λαός τελικά τόσο μίσησε τους Ενετούς ώστε να μην αντιδράσει όταν οι Οθωμανοί εισέβαλαν στο νησί.

 

Τουρκοκρατία (1571-1848 μ.Χ.)

Η Κύπρος υποτάχτηκε στους Τούρκους το 1571 μετά από αγώνα ενός περίπου χρόνου. Ο Λαλά Μουσταφά μετά την υποταγή του νησιού αποχώρησε αφήνοντας 12 000 στρατιώτες για έλεγχο των κατακτημένων. Οι νέοι κατακτητές φρόντισαν πρώτα να ξηλώσουν τους προηγούμενους. Έτσι πολλά φέουδα δόθηκαν σε Τούρκους στρατιωτικούς ή υψηλόβαθμους διοικητικούς λειτουργούς. Άλλα δόθηκαν στο μουσουλμανικό θρησκευτικό ίδρυμα «Εβκάφ». Τα μεγάλα αυτά κτήματα ονομάστηκαν «τσιφλίκια». Οι μεγάλοι λατινικοί ναοί (Αγία Σοφία στη Λευκωσία και Άγιος Νικόλαος στην Αμμόχωστο) έγιναν τζαμιά. Πολλοί από τους πλούσιους Λατίνους έσπευσαν τότε να γίνουν Μωαμεθανοί (και μερικοί καθολικοί παπάδες ιμάμηδες!) για να διατηρήσουν τις περιουσίες τους ή τα αξιώματά τους.

 

Οι Τούρκοι έκαναν για τους Ορθοδόξους στην αρχή δυο θετικά βήματα.

1. Αναγνώρισαν ως επίσημη χριστιανική θρησκεία την Ορθοδοξία. Ο Ορθόδοξος Αρχιεπίσκοπος αναγνωρίστηκε ως ο ηγέτης των Ορθοδόξων του νησιού και από το 1754 ως ο Εθνάρχης των Ελλήνων της Κύπρου.

2. Ελευθέρωσαν τους δουλοπάροικους και τους έδωσαν το δικαίωμα να αγοράζουν δικά τους κτήματα. Επίσης κτήματα μπορούσαν να αγοράζουν οι εκκλησίες και τα μοναστήρια.

 

Κατά τα πρώτα χρόνια της Τουρκοκρατίας οι νέοι αφέντες βλέποντας τη φυγή των Ελλήνων κατά τα τελευταία χρόνια της Ενετοκρατίας προσπάθησαν να αναπληρώσουν τα κενά με εποικισμό από τη Μικρά Ασία.  Προσπάθεια αυτή ευτυχώς δε σημείωσε επιτυχία. Οι μερικές χιλιάδες όμως που εγκαταστάθηκαν τότε στην Κύπρο πήραν πλούσιες πεδινές εκτάσεις. Διοικητικά η Κύπρος χωρίστηκε τότε σε τέσσερις μεγάλες επαρχίες: Λευκωσία, Κερύνεια, Λάρνακα και Πάφος. Σε κάθε μια υπήρχε και ένας Επίσκοπος. Οι επαρχίες χωρίστηκαν σε διαμερίσματα (καζάδες) που συνολικά ήταν δεκαεπτά. Κάθε καζάς είχε την «πρωτεύουσα» του οπου συγκεντρώνονταν αρκετές διοικητικές, αστυνομικές, θρησκευτικές και δικαστικές εξουσίες.

 

Η Κύπρος επί Τουρκοκρατίας αποκόπηκε από την Ευρώπη και μαράθηκε οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά. Οι νέοι αφέντες δεν άργησαν να δείξουν το πραγματικό τους πρόσωπο. Η μόνη τους έγνοια ήταν η είσπραξη των δυσβάστακτων φόρων που επέβαλαν. Όσοι δεν κατέβαλλαν τους φόρους αντιμετώπιζαν σκληρότατες τιμωρίες. Ο λαός περιέπεσε σε μεγάλη φτώχεια και πολλοί για να γλυτώσουν από την αφαίμαξη και τον τρόμο αλλαξοπιστούσαν. Οι Τουρκοκύπριοι, δηλαδή, είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία  απόγονοι Ελλήνων γι’ αυτό πλήθος «Τουρκικών» χωριών έχουν Ελληνικά ονόματα και μάλιστα σχεδόν τα μισά από αυτά έχουν ονόματα Χριστιανών αγίων. Η καταπίεση αυτή προκάλεσε πολλές εξεγέρσεις που καταπνίγηκαν στο αίμα με αποκορύφωμα την εκτέλεση του αρχιεπισκόπου Κυπριανού και άλλων κληρικών και προκρίτων στις 9 Ιουλίου 1821.

 

Προς το τέλος της Τουρκοκρατίας χαλάρωσαν τα καταπιεστικά μέτρα και γι’ αυτό αρκετοί από τους Έλληνες που εικονικά αλλαξοπίστησαν, οι αποκαλούμενοι «λινοπάμπακοι» επέστρεψαν στην ορθοδοξία και τον ελληνισμό. Επίσης η Εκκλησία πρωτοστάτησε στο μεγάλο αγώνα της ίδρυσης σχολείων πράγμα που ωφέλησε τα μέγιστα τον Ελληνισμό του νησιού. Αν μάλιστα η Εκκλησία έβλεπε με ακόμη μεγαλύτερη κατανόηση τους λινοπάμπακους ίσως σήμερα να μην υπήρχε «Κυπριακό Πρόβλημα».

 

Οι καλές όμως σχέσεις που φρόντισαν να έχουν οι Τούρκοι με τις μεγάλες δυνάμεις προς το τέλος της κυριαρχίας τους στο νησί και με την εγκατάσταση στην Κύπρο πολλών πρεσβειών τους είχε και το τίμημά της: Άνθισε η αρχαιοκαπηλεία και οι αρχαιότητες της Κύπρου γέμισαν τα μουσεία των δυνάμεων αυτών, οι οποίες μέχρι και σήμερα τις επιδεικνύουν με… καμάρι!

 

 

 

Αγγλοκρατία (1878-1960 μ.Χ.)

Το 1878 η Αγγλία ενοικίασε την Κύπρο από την καταρρέουσα Οθωμανική Αυτοκρατορία για να ελέγχει το εμπόριο προς και από την Ανατολή και τα πετρέλαια της Μέσης Ανατολής. Το 1914 προσαρτά το νησί γιατί η Τουρκία στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο συμμάχησε με τους αντιπάλους της Αγγλίας. Η αλλαγή του αφέντη πανηγυρίστηκε  από τους Έλληνες της Κύπρου γιατί θεωρήθηκε πως μέσω ενός πολιτισμένου αφέντη τα δίκαια του λαού θα ικανοποιούνταν ευκολότερα. Η εκπαίδευση γινόταν τώρα όλο και πιο γενική και συνέτεινε πολύ στην εθνική αυτογνωσία. Από την πρώτη μέρα ο πόθος της Ένωσης με την Ελλάδα εκδηλώθηκε σαφέστατα στους Άγγλους και με την πάροδο του χρόνου όλο και μεγάλωνε. Τα σχέδια των νέων αφεντών δεν συνέπιπταν με το στόχο αυτό  και η απάντηση ήταν πάντα αρνητική. Κατά την προσφιλή τακτική των Άγγλων ενθάρρυναν την ενδυνάμωση του Τουρκικού στοιχείου του νησιού, ώστε να υπάρχει το αντίπαλο δέος στη συντριπτική πλειοψηφία που ήταν οι Έλληνες.

 

Από οικονομικής άποψης η κατάσταση έγινε τώρα σαφώς καλύτερη χωρίς αυτό να σημαίνει πως οι Άγγλοι δεν απομυζούσαν το λαό. Είναι όμως γεγονός πως δημιούργησαν ένα υποφερτό οδικό, ηλεκτρικό και τηλεπικοινωνιακό δίκτυο. Όμως ο ανεκπλήρωτος πόθος της Ένωσης οδήγησε τον Κυπριακό Ελληνισμό στον αγώνα της ΕΟΚΑ το 1955-59. Οι Άγγλοι υποδαύλισαν τότε την αντίδραση των Τουρκοκυπρίων και ενέπλεξαν στη διαμάχη και την Τουρκία με αποτέλεσμα να υπάρξει ένας συμβιβασμός που οδήγησε στην ανεξαρτησία της Κύπρου, αντί της Ένωσης, με υπερπρονόμια στους Τουρκοκυπρίους.

 

Ανεξαρτησία (1960-σήμερα)

Το νέο κράτος είχε από την αρχή πολλά προβλήματα που οδήγησαν σε συγκρούσεις των Ελληνοκυπρίων με τους Τουρκοκυπρίους το 1963-64. Οι Τουρκοκύπριοι αποχώρησαν από το κράτος και κλείστηκαν σε ελεγχόμενες από αυτούς περιοχές. Ακολούθησε το εγκληματικό Πραξικόπημα της Χούντας των Αθηνών και των εδώ παραφρόνων συνοδοιπόρων της το 1974, που έδωσε δικαιολογία στην Τουρκία να εισβάλει στην Κύπρο. Η Εισβολή οδήγησε στην κατάληψη του 37% της Κύπρου από το οποίο διώχτηκαν οι Έλληνες Κύπριοι ενώ οι Τουρκοκύπριοι εγκατέλειψαν τις εστίες τους στις ελεύθερες περιοχές και μετακινήθηκαν στην κατεχόμενη περιοχή.

 

Εδώ και τριάντα χρόνια το Κυπριακό Πρόβλημα αποτυγχάνει να βρει τη λύση του γιατί οι διεκδικήσεις των Τούρκων και τα τετελεσμένα που δημιουργούν, δεν απορρίπτονται από τους Αγγλοαμερικανούς οι οποίοι διαφεντεύουν σήμερα τις τύχες της περιοχής μας και του κόσμου όλου.


Από το βιβλίο "ΣΟΛΙΑ, παρελθόν, παρόν, μέλλον" του Ανδρέα Χρυσάνθου