ΔΕΣΠΟΙΝΟΥ ΝΙΚΟΛΑ ΚΑΤΣΑΒΡΑ Επικήδειος 05/01/2013
Μου έφυγες Νικόλαε στους ουρανούς απάνω, εκεί που δεν μπορώ να’ ρθω ως ότου να πεθάνω.
Έλα Νικόλα μου χρυσέ, έλα και μίλησέ μου, δυο λόγια της παρηγοριάς έλα και λάλησέ μου
Με αυτούς τους στίχους παρηγοριόταν η μακαριστή Δεσποινού Νικόλα Κατσάβρα το γένος Παπαγιάννη Ματθαίου, την οποία αποχαιρετούμε σήμερα, μετά την απώλεια του συζύγου της Νικόλα το περασμένο καλοκαίρι. Η Δεσποινού έφτασε τα 98 χρόνια γιατί ήταν γερό σκαρί παρόλον ότι ήταν λεπτοκαμωμένη. Άντεξε τις ευθύνες της ενιαμελούς οικογένειας της, τις σκληρές δουλειές, τις αρρώστιες και τις αναποδιές των παιδιών και των εγγονιών της, αλλά η απώλεια του συντρόφου της τη λύγισε.
Προσέξετε, παρακαλώ στο ποιματάκι της τη χρήση του δεκαπεντασύλλαβου, του τρόπου με τον οποίο εκφράζεται ο Ελληνισμός από την εποχή του Ομήρου. Με Ελληνικές και Χριστιανικές αρχές Â ήταν γαλουχημένη η Δεσποινού από τον αείμνηστο πατέρα της ιερέα Ιωάννη. Με αυτές τις αρχές μεγάλωσε τα εφτά παιδιά της και ευτύχισε να τα αποκαταστήσει και να χαρεί 15 εγγόνια και 22 δισέγγονα.
Η Δεσποινού στη μακρά ζωή της δούλεψε σκληρά στα περιβόλια της, στο μεταλλείο του Αμιάντου, στο δασονομείο και ως καθαρίστρια στη δημόσια υπηρεσία. Όταν πια δεν μπορούσε να εργαστεί χειρονακτικά περιορίστηκε στα καθήκοντα της οικοκυράς όπου έπαιρνε άριστα με τις απίστευτες μαγειρικές της ικανότητες. Στον ελεύθερό της χρόνο καθόταν δίπλα στη σόμπα της με ένα Χριστιανικό βιβλίο στο χέρι. Δεν ξέρω αν υπάρχει άλλος Σπηλιώτης ή Σπηλιώτισσα που διάβασε τόσα πολλά βιβλία όσα η Δεσποινού.
Ήταν χαρά μου να κάθομαι και να κουβεντιάζω μαζί της. Είχε τόσα πολλά να μου διηγηθεί από τους ανεπανάληπτους παλιούς καιρούς, τόσα τραγούδια και ποιήματα να μου πει, που έμενα άναυδος. Κάποτε έψαχνα με πάθος να βρω ένα ποίημα του 1930 που έγραψε ένας ποιητάρης για ένα συγκλονιστικό γεγονός που συνέβη στα Κούρδαλι. Απευθύνθηκα σε ειδικούς αλλά κανείς δεν είχε το ποίημα παρόλον ότι ήξεραν πως υπήρχε. Με παρέπεμψαν στη Βρετανική Βιβλιοθήκη στο Λονδίνο αλλά μπλέχτηκα στις αυστηρές διαδικασίες των Βρετανών και δεν κατάφερα τίποτε. Σε μια από τις συνομιλίες μου με τη Δεσποινού, μόλις έφερε η κουβέντα το θέμα αυτό, άρχισε να μου απαγγέλλει στίχους του ποιήματος. Με διαπέρασε τότε μια ανατριχίλα και δεν μπόρεσα να κρατήσω τα δάκρυά μου.
Μια άλλη συγκλονιστική εμπειρία μου με τη Δεσποινού ήταν στο ντύσιμο ενός εγγονιού της ως γαμπρού. Η Δεσποινού ήταν η πρωταγωνίστρια. Στα ενενήντα της τραγούδησε τρία παραδοσιακά τραγούδια και χόρεψε με χάρη τα ρούχα του γαμπρού. Στα νιάτα της εξάλλου ήταν δεινή χορεύτρια των παραδοσιακών μας χορών και στους γάμους όταν η Δεσποινού χόρευε όλες οι νεαρές αντέγραφαν τα σκέρτσα της. Εγώ περιέλαβα τα τραγούδια που μας είπε τότε σε ένα μου βιβλίο.
Η φιλοξενία της Δεσποινούς ήταν παροιμιώδης. Πλούσιο το τραπέζι της με παραδοσιακά φαγητά, στρωμένο στο μπαλκόνι της με ένα μεγάλο γύρω τα παιδιά, τα εγγόνια και τους πολλούς της φίλους. Σ’ όλες τις χαρές της με ήθελε δίπλα της και στεναχωριόταν αν καμιά φορά απουσίαζα. Θεωρώ μεγάλη μου τιμή που μια τέτοια γυναίκα με τιμούσε με τη φιλία της.
Τέτοια ήταν η Δεσποινού. Μια μεγάλη κυρία. Μια Χριστιανή των έργων και όχι των λόγων. Ένας γλυκός άνθρωπος που ποτέ δεν άκουσα να μαλώσει με κάποιον και στα τόσα χρόνια που την έζησα ποτέ δεν κακολόγησε οποιονδήποτε. Ο Θεός την αντάμειψε με ένα άξιο σύζυγο, με μια μεγάλη και αγαπημένη οικογένεια, με σιδερένια υγεία και σχεδόν εκατό χρόνια ζωής. Μιας ζωής που την έζησε όρθια μέχρι την τελευταία της στιγμή. Ακόμη και την τελευταία της μέρα τραγούδησε στον πατέρα Κυριάκο, επισκέφτηκε όλα της τα παιδιά, κάθισε στο τραπέζι μαζί τους και κατά το σούρουπο εντελώς απροειδοποίητα πέθανε στην αγκαλιά τους. Ποιος αλήθεια δεν επιθυμεί τέτοιο τέλος;
Στο καλό συμπεθερά Δεσποινού, στον ουρανό ο Κύριος περιμένει τον άγγελό του με ανοικτές αγκάλες και ο Νικόλας σου έχει τόσα πολλά να σου πει, όπως με τόση λαχτάρα του ζητούσες στο ποιηματάκι σου. Εμείς που σε αγαπήσαμε δεν θα σε ξεχάσουμε, γιατί έχουμε τόσα όμορφα πράγματα μέσα μας από τη γλυκιά προσωπικότητά σου, που τόσο έμοιαζε της Μεγάλης Δέσποινας όλων των Χριστιανών.
Ανδρέας Χρυσάνθου 04/01/2013
|